30/6/10

Τα ποιήματα της πνευματικότητος



Ένας άνθρωπος έστησε μια πνευματικότητα κοντά στη θάλασσα.
Ήταν από τσίγκο, σ’ ένα τελάρο ξύλινο βαμμένο με λαδομπογιά.
Το βράδυ την έριξε ο αέρας και σκότωσε ένα περαστικό.


Είχε πει πως η δική του πνευματικότης δε φοβάται τίποτα, ήταν νέου συστήματος.
Το τελάρο ήταν από ξύλο
εν συνδυασμώ με σιδερογωνίες.
Ήταν ωραία και μεγάλη, βαμμένη με ριπολίνα άσπρη, θαλασσιά και χρυσή.

Έγιναν και εγκαίνια. Υπήρχε κι ένας αρχιμανδρίτης.

Και χωρίς να φυσάει άνεμος, από κακό υπολογισμό, έπεσε η πνευματικότης την ώρα του αγιασμού. Το τί γίνηκε δεν περιγράφεται. Ο παπάς πληγώθηκε.
Η γυναίκα
του δημάρχου έπαθε διάσειση. Τους πήγαν όλους στο νοσοκομείο.


Οι άλλες πνευματικότητες που πέσανε, πέφτουνε γιατι κάτι τους λείπει.
Κάποιος κακός υπολογισμός γίνεται. Εγώ ετοιμάζω να στήσω μια καινούρια και είμαι
αισιόδοξος. Μα κι αν πέσει θα κάνω μιαν άλλη, ακόμα πιο τέλεια.
Ξέρω καλά την τέχνη μου.


Εγώ δε θα στήσω ποτέ μου πια πνευματικότητα και υπερηφανεύομαι για αυτή μου την απόφαση. Ατυχήματα και σκοτωμοί είναι το τέλος κάθε πνευματικότητος.
Ανθρωποι και ζώα σκοτώνονται από την πτώση τους, αντρες στο άνθος της ηλικίας τους, θύματα της περιέργειάς των, κι ανύποπτα άλογα, σκύλοι και γάτες και πρόβατα,
που κατα τύχην περνούν από κει.


Όχι πια άλλες πνευματικότητες.


Αλλά ποιος είναι πρόθυμος να σ΄ακούσει;


Γιάννης Τσαρούχης

15/6/10

Η μανά σου η Ελλάς, στου κόσμου τα λιμάνια χάνεται ...



Αν φανταζόταν το Αβέρωφ ότι θα ερχόταν η στιγμή, στο όνομα της Επαίσχυντης χλιδής, να χαρακώνεται το κατάστρωμά του από 12ποντα στιλέτα μοντελοπνιγμένων, να καίγεται από τις γόπες των ποδοπατημένων αποτσίγαρων (που να πας μέχρι το τασάκι μωρέ... δεν έχει και πρόχειρες Φιλιππινέζες να τα πετάξουν), και να "μεθούσε" από τη χυμένη πανάκριβη Σαμπάνια.... τότε θα αυτοβυθιζόταν.



Δεν μου καίγεται καρφί για το τι απέγινε ο αρχιπλοίαρχος του "Αβέρωφ". Ηταν το εύκολο εξιλαστήριο θύμα. Ο αληθινός υπεύθυνος, το πλούσιο κωλόπαιδο που μετέτρεψε τα "Ποσειδώνια" σε πριβέ πάρτυ, δεν θα χάσει ούτε μια ώρα από το μακάριο ύπνο του. Ίσως όμως τα υπόλοιπα πλούσια κωλόπαιδα να το σκεφτούν πλέον δυο φορές πριν αγκαζάρουν Ο,ΤΙ τους καυλώσει.



"Για μια ακόμη νύχτα πλούσιοι και φτωχοί θα κοιμηθούν κάτω από τον ίδιο ουρανό. Ανησυχώ για τον Λεό. Είναι τόσο ταραγμένος. Ακούει όλους αυτούς στα κανάλια, που τον βρίζουν, χωρίς καν να τον γνωρίζουν. Χαϊδεύω τα μαλλιά του και του ψιθυρίζω: "Αγάπη μου, δεν μιλούν οι ίδιοι. Μιλάει ο φθόνος."

(Απόσπασμα από το ημερολόγιο της Μαριέτας Χρουσαλά)



Κατόπιν εορτής: Υποθέτω ότι η Ακρόπολη παραχωρείται μόνο όταν παντρευτείς μεγαλοεργολάβο.

8/6/10

Ρούχα από δεύτερο χέρι



Φουστάνια σκαλωμένα στις ελιές στην όχθη της θάλασσας. Μια ατσαλάκωτη στολή κλειδωμένη στη σιφονιέρα. Βάτα για πουκάμισα. Ροδακινιά πανιά στη μοναξιά των κορμιών. Καρφίτσες που υπενθυμίζουν ή πονούν. Ψαλίδια που απειλούν ή καταρρακώνουν.

Όνειρα σαν κουρελάκια από υφάσματα ακριβά. Δανεικές ζωές σα ρούχα από δεύτερο χέρι, σα ρολόι για το θέατρο.

Ο αέρας έπαιρνε την κουρτίνα και την ανέμιζε έξω από το παράθυρο. Σαν παντιέρα. Κοίταξε γύρω της. Όλα τακτοποιημένα, "τσίτα", όπως έλεγε η μητέρα. Η παντιέρα. Το κουρτινάκι στο παράθυρο της κουζίνας.

Το καράβι. Το δικό σου καράβι...

Πίσω από την ανοιχτή αυλαία, η ζωή αυτοσυστήνεται. Αποδυόμενη ρόλους και προσχήματα, κωμικά επική, ζητά να της αναγνωριστεί, τουλάχιστον, το ταλέντο της μοδίστρας.