24/12/09

ΤΑΣ ΗΔΟΝΑΣ ΘΗΡΕΥΕ



Ξαπλωμένη στο κρεβάτι, εμπύρετη θυμάμαι τη γιαγιά μου να μπαίνει στο δωμάτιο για να ελέγξει το θερμόμετρο το οποίο ένας θεός ξέρει που είχε καταλήξει ανάμεσα στα σκεπάσματα από την ώρα που παραδόθηκα στις αγαπημένες θωπείες του σώματος.
Ασυνείδητα κάθε φορά που ξάπλωνα άρχιζα τα χάδια. Αυτή τη φορά ο καυτός πυρετός δημιουργούσε μια επί πλέον μέθη κι έτσι όταν μπήκε η γιαγιά με είδε να κινούμαι με ένταση πάνω στο κρεβάτι και να ανασαίνω βαριά.

Μάλλον τρόμαξε, μπορεί να σκέφτηκε ότι ήταν μία περίεργη εκδήλωση της ασθένειας, πάντως όπως κάνουμε συνήθως όταν κάτι μας τρομάζει, έβαλε τις φωνές με ξεσκέπασε και άρχισε να ψάχνει με μανία το θερμόμετρο. Ήταν η πρώτη φορά που μία τέτοια αντάρα ήρθε να διακόψει την ηδονή της παιδικής ηλικίας, το πρώτο ασυνείδητο παιχνίδι των χαδιών. Και σαν να μην έφτανε αυτό η γιαγιά αφού δεν έβρισκε ακόμη το θερμόμετρο αυθόρμητα δαιμονοποίησε την πράξη και μέσα στην αγωνία της περιέγραψε μία ενδεχόμενη τιμωρία που υπήρξε απόλυτα καθοριστική για την μετέπειτα σχέση μου με τα τα χάδια.

«Τι έκανες εκεί; Τι κάνεις εκεί;» ούρλιαξε γιατί εγώ δεν έβγαζα το χέρι ανάμεσα από τα πόδια μου.

«Πιπάκι!» ομολόγησα περήφανα αφού ήταν το αγαπημένο μου παιχνίδι και κανείς δεν του είχε δώσει όνομα.

«Πιπάκι!» ξαναείπα χαμογελαστά και μου φυγε μια μεγάλη ανάσα ανακούφισης.

«Τι είναι αυτό;» ούρλιαξε η γιαγιά -άγνωστη λέξη για παιδικό παιχνίδι-

«Και που είναι το θερμόμετρο;»

Η αλήθεια είναι ότι είχα ξεχάσει το θερμόμετρο και τώρα που άρχισα να συνέρχομαι από την έκσταση θυμήθηκα ότι μου είχε βάλει θερμόμετρο μόλις 5 λεπτά πριν και άρχισα να το ψάχνω μαζί της. Αλλά το θερμόμετρο πουθενά. Άρχισε λοιπόν η αφήγηση της γιαγιάς ανάμεσα στις έντονες κινήσεις που ανακάτευε τα σεντόνια μου περιεγραψε με επιστημονική ακρίβεια ότι το θερμόμετρο έχει μέσα ένα υγρό που το λένε υδράργυρο και είναι κόκκινο και αν σπάσει αυτό το υγρό θα απλωθεί πάνω στο σώμα μου και θα με κάψει!

Όταν επιτέλους βρέθηκε το θερμόμετρο το κοίταξα με φόβο και άρχισα να φαντάζομαι με τρόμο τις υπερφυσικές του ικανότητες. Εκεί αμέσως πήρα μια πολύ σημαντική απόφαση. Ποτέ ξανά χάδια στο κρεβάτι ξαπλωμένη. Δεν ξέρεις ποτέ αν ένας μεγάλος εκεί που κοιμάσαι σου έχει βάλει θερμόμετρο και τι μπορεί να συμβεί αν σπάσει. Οπότε από εδώ και μπρος χάδια όρθια!. Δεν υπήρχε περίπτωση να σκεφτώ να σταματήσω τα χάδια απλά να αποφύγω το θερμόμετρο ήθελα.



Της Λουκίας Ρικάκη

13/12/09

Βράδυα ποίησης

Βαρετή χειμωνιάτικη βραδυά.

Βαρετή χειμωνιάτικη Κυριακή.

Βαρετά τηλεοπτικά προγράμματα.

Βράδυα για ποίηση.



Οι «Μονόλογοι του Αντωνάκη», τα αθυρόστομα στιχουργήματα που εγραψε περί το 1934 ο Ναπολέων Λαπαθιώτης, Κεντρικός ήρωας και στόχος της σάτιρας είναι ο Αντωνάκης, ανώτατος δικαστικός τον οποίο αντιπαθούσε σφόδρα ο ποιητής.

Προηγείται επιστολή την οποία υποτίθεται ότι υπογράφει ο Αντωνάκης, ως Αντωνία Α.Π., αδελφή, και με την οποία υποτίθεται ότι ζητάει από τον πρόεδρο των Εισαγγελέων να ασκήσει δίωξη κατά του Λαπαθιώτη για τα στιχουργήματα αυτά. Στην επιστολή, ο Λαπαθιώτης κάνει επίτηδες συνεχή ορθογραφικά και συντακτικά λάθη και σολοικισμούς που υποτίθεται ότι διαπράττει ο Αντωνάκης.



Αίτησις

Αντωνίας Α. Π…,

κατοίκου Αθηναίων, αδελφής,

προς τον

Κον Πρόεδρον των Εισαγγελών.

Ενθάδε.

Κύριε Πρόεδρε,

Πρώτον έρχομαι ίνα ερωτήσω διά την καλήν σας υγείαν, τούθ’ όπερ επιθυμώ και δι’ υμάς – και δεύτερον επανέρχομαι ή να εξαιτήσω υπό της υμετέρας Προεδρίας, ίνα τεθή τερμάτισις της ανωμάλου καταστάσεως, παρά του Ναπολέοντος Λ. Λαπαθιώτου, κατοίκου Αθηναίων, το οποίον μοι εξαποστέλλει συνεχώς σατυρικάς επιστολιμιαίας εξυβρίσεις, θίγοντας συστηματωδώς την ευϋπόληπτην και άσπιλην υπόληψίν μου, ανεβάζοντας ερύθημα επί του παρθενώδους μετώπου μου, και κατασυγχύζοντας εμένα, μέχρι σοβαράς διακλονίσεως της ημετέρας υγείας και καρδίας!

Αχ καλέ, κύριε Πρόεδρε, τι έπταιξα η αναξιοπεπαθημένη εγώ, η κεκαβαλλημένη και αδιαλλειπόντως καβαλλούμενη παρ’ ατόμων πάσης φύσεως και μεγέθους πάντων των εργασιών και πασών των επαγγελματιών – ήγουν ναυτών, θερμαστών, διοπών, υποκελευστών και κελευστών – φαντάρων, πυροβολητών, ιππέων, σκαμπανέων, πυροσβέστηδων, υποδεκανέων, δεκανέων, λοχίων, επιλοχιών, ανθυπασπιστών, σαλπιχτών, χωροφυλάκων, αστυφυλάκων και τα τοιούτα – καφεπολών, ζυθοπολών, ουζοπολών, ανθοπωλών, κρεοπωλών, εδωδιμοπωλών, παντοπωλών, ψητοπωλών, οπωροπωλών, λαχανοπωροπωλών, φυστικοπωλών, γαλακτοπωλών, ανθρακοπωλών, αρτοπωλών, καπνοπωλών, εφημεριδοπωλών, θαλαμηπόλων και όλους τους εις –πώλων, από τον ένα εις τον άλλον πόλον – σωφέρηδων, σουστιέρηδων, καροτσέρηδων, καμαριέρηδων, λαντζέρηδων, σαντουριέρηδων, μπαρμπερηδων – υποδηματιοκαθαριστών, εφαρμοστών, καπνοκαθαριστών, οδοκαθαριστών, οψοκομιστών και φοιτητών – εμπόρων, τορναδόρων, σερβιτόρων, Αθηνώς, Πειραιώς και περιχώρων, και των βοηθών αυτών – υδραυλικών, μηχανουργών, επιπλοποιών, καρεκλοποιών, αρτοποιών, σαματοποιών, σαμαροποιών, ηθοποιών, με καλόν ή κακόν ποιόν – καφετζήδων, γανοτζήδων, χαλβατζήδων, φορατζήδων, φαναρτζήδων, σαλεπιτζήδων, στραγαλατζήδων, ψιλικατζήδων, και όλους όσους ήκουσον ή είδον – καστανάδων, γαλατάδων, βουτυράδων, ψαράδων, ψωλαράδων και, εν γένει, λογής λογής κωλομπαράδων, μετά παράδων ή χωρίς παράδων, από Φαλήρου, Παλαιού και Νέου, μέχρι Κοκκινιάς και Ποδαράδων – εγώ, επαναλαμβάνω, η “λαϊκιά” των φρονημάτων, η Κ…, εκ των γαλαζοαιμάτων, η εσπουδασμένη, επί σειράς ετών, ανά τας Εσπερίας, την ελβετικήν, την αγγλικήν, την γερμανικήν, την ιταλικήν, και την γαλλικήν την γαμικήν, επιβλητική και χονδροειδής της εμφανίσεως, μαγγουροφέρουσα εκ κερασέας, γλύπτουσα τας άκρας των πέων απαξαπάντων των περί οις ο λόγος – τι έπταιξα, επαναλαβαίνω, ίνα εξαιτώ της υμετέρας παρεμβάσεως, προς λήξιν σοβαρωτάτων μέτρων, εξεναντίας του προλαλήσαντος, προς τερμάτισιν των καθαπτουσών της ως είρηται αμόλευτης τιμής μου σατύρων!

Ευελπιστεύουσα των άνευ αναβολιών, κατεπειγόντων υμετέρων ενεργειών, περί της άρσεως της τοιούτης κακοηθείας, υπογραφίζομαι, mon cher, μετ’ υπολήψεως,


Αντωνία Α. Π…

κάτοικος Αθηναίων, αδελφή.


Εν Αθήναι, την 24 Μαρτίου, 1934

ΣΗΜΕΙΩΣΙΣ: Η ορθογραφία του κειμένου διωρθώθη, ίνα καταστή δυνατή η ανάγνωσις αυτού. Κατά τα λοιπά, διετηρήθη ως έχει.



Η εξομολόγηση του Αντωνάκη

«Χρόνια, τώρα, και χρονάκια γύριζα στους ξένους τόπους

μελετώντας, νύχτα μέρα, τις ψωλές και τους ανθρώπους,

αλλά μήτε στο Μαρόκο, μήτε και στη Χονολούλου,

δεν απάντησα, ποτέ μου, ψωλή σαν του Θρασυβούλου!

Τ’ είν’ εκείνη, βρε παιδί μου! Κόκκινη σα μπολσεβίκος,

πάντα ντούρα και βαρβάτη – και τι πάχος και τι μήκος!...

Για ψωλή καθώς εκείνη, κι όπως και του Αποστόλη,

είν’ ανάγκη να υπάρχουν ειδικοί, επίσης, κώλοι:

Ένας δε εκ των μεγίστων κώλων του παρόντος κόσμου,

άσσος μεταξύ των άσσων – είναι, πάντως, κι ο δικός μου!...»

Πριν από το ποίημα, ο Λαπαθιώτης ο ποιητής

σημειώνει τον παραλήπτη ως εξής:

Κύριον

Αντωνάκην Π………….,

τον Λαχαναγοραίον!-



Μετά το καβαλίκεμα…

[α] Οι εντυπώσεις της Αντώνας:

Καύλα κι όρεξη πολλή,

ανεκτίμητος αγκάλη,

- μικρή μόνον η ψωλή:

Να την είχε πιο μεγάλη!...

[β] Οι εντυπώσεις του Γαμιά της:

Καλά όλα της νυκτός,

με παραφοράς ηδείας,

- πλην ο κώλος ανοικτός,

μέχρι φρίκης κι αηδίας…

2. 4. 1934.



H “ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΗ ΣΤΙΓΜΗ” ΤΗΣ ΑΝΤΩΝΑΣ!...

Η Αντώνα, μ’ ένα μούργο,

που την έχει καβαλήσει,

- τύπο φαύλο και πανούργο,

τα βρακιά της έχει λύσει,

κι όπως είναι, σαν το κτήνος,

τουρλωμένη στο ντιβάνι,

του μιλεί, ενώ εκείνος

προσπαθεί να της τη βάνει:

«Μη φοβάσαι! Βάν’ την όλη,

βάν’ την, δεν θα με ματώσει!

Σαν και το δικό μου κώλοι,

παίρνουν τόση κι άλλη τόση!...

Πιάσε λίγο το βυζί μου!

Τώρα, τρίψε μου τη ρώγα…

Θα το δεις όπου μαζί μου,

θα καείς από τη φλόγα!...

Φως μου, συ, παράδεισέ μου,

τ’ ουρανού σταλμένος είσαι;!...

Δεν αντέχω πια, χρυσέ μου!

Να, θα χύσω!… Χύνω!… Χύσε!...»

Κι η Αντώνα λιγωμένη,

με τον κώλο της χορτάτο,

δίνει μια και πέφτει κάτω

και ξερή για λίγο μένει!...

5.4.1934

9/12/09

Το δεύτερο και το τρίτο μάτι

Bataille Georges
Η Ιστορία Του Ματιού




Βιογραφικό Ζωρζ Μπατάϊγ 1933

Γεννήθηκε στις 10 Σεπτέμβρη 1897, στο Μπιγιόμ, επαρχία του Μάρνη. Ο πατέρας του ήτανε τυφλός. Τελείωσε το γυμνάσιο στη Ρεμς κι επειδή ήταν φυματικός δεν υπήρετησε στον στρατό. Το 1920 γνωρίζει τη Σύλβια Μακλέ, τη παντρεύεται κι αποκτούν μαζί ένα παιδί. 2 χρόνια μετά παίρνει το δίπλωμα του αρχειοθέτη-παλαιογράφου από την Εcole des Chartes, στο Παρίσι και την ίδια χρονιά πάει να περάσει ένα διάστημα, κοντά στους Βενεδικτίνους στο νησί Wight, με σκοπό να γίνει παπάς. Μα στο τέλος της παραμονής του εκεί, έχει αποστραφεί οριστικά τη θρησκευτική πίστη. Το 1923 έρχεται σ' επαφή με το έργο του Νίτσε και την επόμενη χρονιά διορίζεται στο Τμήμα Μεταλλίων Εθνικής Βιβλιοθήκης Παρίσιου.



Τη 2ετία 1926-27 ψυχαναλείται από τον δρ. A. Borel, συναναστρέφεται με τους υπερρεαλιστές, χωρίς να προσχωρήσει ποτέ στο κίνημα. Το 1928 δημοσιεύει με το ψευδώνυμο Lord Auch την "Ιστορία Του Ματιού". 1929-30 διευθύνει το περιοδικό
"DOCUMENTS" που ίδρυσε με τον G. H. Riviere. Βίαιη ρήξη με υπερρεαλιστές κι ιδιαίτερα με τον Μπρετόν. Την επόμενη χρονιά κυκλοφορεί τον "Ηλιακό Πρωκτό". Διδάσκεται για τον Έγκελ.
Αυτός μαζί με τους Νίτσε και Μαρκήσιο Ντε Σαντ, θα 'ναι οι άξονες της σκέψης του.



Το 1936 δημοσιεύει τον "Λαβύρινθο" και την επόμενη χρονιά, πάλι με ψευδώνυμο, -Pierre Angelique- τη "Μαντάμ Εντουαρντά". Δημοσιεύσε άρθρα, μελέτες, ένα σωρό άλλα βιβλία και προλόγισεν επίσης και το έργο του Μαρκήσιου Ντε Σαντ, "Ζυστίν", μέχρι που τονε βρήκεν ο θάνατος στο Παρίσι, στις 8 Ιούλη 1962, σ' ηλικία 65 ετών.


(απόσπασμα)Το Γατίσιο Μάτι

Με μεγάλωσαν εντελώς μόνο κι απ' όσο θυμάμαι, κάθε τι που 'χε σχέση με το σεξ, μου 'φερνε αγωνία. Ήμουν γύρω στα δεκάξι όταν γνώρισα στη παραλία του χωριού Χ. ένα κορίτσι συνομήλικό μου, τη Σιμόν. Οι οικογενειές μας είχανε μακρινή συγγένεια, γι' αυτό και τα πρώτα μας πάρε-δώσε, προχωρήσανε πολύ γρήγορα. Τρεις μέρες μετά τη γνωριμία, βρεθήκαμε μόνοι οι δυο μας στη βίλα της. Φορούσε μαύρη ποδιά μ' άσπρο κολαριστό γιακά. Είχα αρχίσει να συνειδητοποιώ πως το άγχος που μ' έπιανε όταν την έβλεπα, την έπιανε κι εκείνη με μένα, ένα άγχος που τη μέρα κείνη, ήταν ακόμα μεγαλύτερο επειδή έλπιζα πως κάτω από τη ποδιά της ήταν τελείως γυμνή.
Φορούσε μαύρες μεταξωτές κάλτσες που φτάνανε πάνω από το γόνατο, ακόμα όμως δεν είχα καταφέρει να τη δω μέχρι τον κώλο (αυτή η λέξη, που χρησιμοποιούσαμε πάντα με τη Σιμόν, ήτανε για μένα το πιο ωραίο απ' όλα τα ονόματα του σεξ). Φανταζόμουνα μόνο πως έτσι και σήκωνα λιγάκι τη ποδιά από πίσω, θα 'βλεπα τ' απόκρυφα μέρη της.
Σε μια γωνιά του διαδρόμου ήταν αφημένο ένα πιάτο με γάλα για τη γάτα.

-"Τα πιάτα είναι για να καθόμαστε", είπε η Σιμόν. "Τι στοίχημα βάζεις ότι μπορώ να κάτσω μες στο πιάτο";

-"Βάζω στοίχημα πως δε θα τολμήσεις", απάντησα σχεδόν με κομμένη ανάσα.

Έκανε αφόρητη ζέστη. Η Σιμόν ακούμπησε το πιάτο σ' ένα σκαμνάκι, στήθηκε μπρος μου και με τα μάτια της καρφωμένα στα δικά μου, κάθισε χωρίς να μπορώ να τη δω κάτω από τη ποδιά και μούσκεψε τους ζεματιστούς γλουτούς της στο δροσερό γάλα. Μου ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι κι άρχισα να τρέμω, ενώ αυτή κοίταζε το σηκωμένο πέος μου που πίεζε από μέσα το πανταλόνι μου. Έμεινα έτσι για λίγο ασάλευτος μπροστά της. Δε κουνήθηκε από τη θέση της και για πρώτη φορά, είδα τη ροδόμαυρη σάρκα της που δροσιζότανε μες στο κάτασπρο γάλα. Καθίσαμε σ' αυτή τη στάση πολλήν ώρα κι είμασταν κι οι δυο συγκλονισμένοι...

Ξαφνικά σηκώθηκε πάνω κι είδα το γάλα να τρέχει στα μπούτια της και να φτάνει ως τις κάλτσες. Σκουπίστηκε κανονικά μ' ένα μαντίλι, όρθια πάνω από το κεφάλι μου, με το 'να πόδι στο σκαμνάκι κι εγώ έτριβα μ' όλη μου τη δύναμη τον πούτσο μου πάνω από το πανταλόνι, σφαδάζοντας από κάβλα, στο πάτωμα. Έτσι φτάσαμε σχεδόν ταυτόχρονα σ' οργασμό χωρίς καν να 'χουμεν αγγιχτεί. Όταν όμως γύρισε η μητέρα της κι η Σιμόν χώθηκε τρυφερά στην αγκαλιά της, εκμεταλλεύτηκα την ευκαιρία και χωρίς να με δούν, επειδή καθόμουνα σε χαμηλή πολυθρόνα, σήκωσα από πίσω τη ποδιά κι έχωσα, ανάμεσα από τα καφτά της μπούτια, το χέρι μου βαθιά μες στον κώλο της.



Γύρισα τρέχοντας σπίτι με τη λαχτάρα να τραβήξω κι άλλη μια μαλακία και τ' άλλο βράδι, τα μάτια μου ήτανε τόσο κομμένα, που η Σιμόν, αφού πρώτα με κοίταξε καλά-καλά, έκρυψε το πρόσωπό της στον ώμο μου κι είπε σοβαρά:

-"Δε θέλω να μαλακιστείς άλλη φορά χωρίς εμένα".

Έτσι, οι ερωτικές μας σχέσεις μ' αυτό το κορίτσι, άρχισαν να γίνονται τόσο στενές κι αναπόφευκτες που σχεδόν δεν αντέχαμε να περάσει μια βδομάδα χωρίς να ειδωθούμε. Εντούτοις, γι' αυτό το θέμα δεν έχουμε μιλήσει σχεδόν ποτέ.
Καταλαβαίνω πως όταν με βλέπει, αισθάνεται αυτό που αισθάνομαι κι εγώ όταν τη βλέπω, μου 'ναι σχεδόν αδύνατον όμως να εξηγήσω αυτό που μας συμβαίνει. Θυμάμαι μια μέρα που τρέχαμε σα παλαβοί με τ' αυτοκίνητο, χτυπήσαμε μια ποδηλάτισσα που θα πρέπει να 'τανε πολύ νέα κι όμορφη. Οι ρόδες του αυτοκινήτου μας, της είχαν κόψει το κεφάλι σε σημείο που της το 'χανε χωρίσει από το σώμα.
Μείναμε πολλήν ώρα στ' αυτοκίνητο κοιτάζοντας μερικά μέτρα πιο κάτω, τη σκοτωμένη. Η φρίκη κι η απόγνωση που αισθάνεται κανείς μπροστά σε τόσες σάρκες βουτηγμένες στο αίμα, εν μέρει αηδιαστικές αλλά κι εν μέρει πανέμορφες, δε διαφέρουνε και πολύ απ' αυτό που συνήθως νιώθουμε μεις οι δυο όταν κοιταζόμαστε.

Η Σιμόν είναι ψηλή κι όμορφη. Η συμπεριφορά της γενικά είναι πολύ απλή, δεν υπάρχει τίποτα τ' απελπισμένο ούτε στο βλέμμα, ούτε στη φωνή της. Στο σεξουαλικόν όμως, τη πιάνει ξαφνικά τέτοια βουλιμία για κάθε τι που συγκλονίζει, ώστε κι η παραμικρότερη διέγερση των αισθήσεων, κάνει μονομιάς το πρόσωπό της να παίρνει μιαν έκφραση που φέρνει αμέσως στο νου, όλα κείνα που 'χουν να κάνουν με την ουσία της σεξουαλικότητας, το αίμα παραδείγματος χάρη, την ασφυξία, τον αιφνίδιο τρόμο, το έγκλημα, κάθε τι που καταστρέφει επ' άπειρο την ανθρώπινη μακαριότητα κι εντιμότητα.
Η πρώτη φορά που την είδα να τη πιάνει αυτή η βουβή και σύγκορμη σύσπαση, (που μ' έπιασε και μένα), ήτανε τη μέρα που 'κατσε στο πιάτο με το γάλα. Η αλήθεια είναι πως δε κοιταζόμαστε ίσια στα μάτια παρά μόνο σε τέτοιες στιγμές, τη γαλήνη όμως και την όρεξη για παιγνίδια τις βρίσκουμε μόνο λίγο μετά τον οργασμό, όταν χαλαρώνουμε.
Πρέπει να πω πως παρ' όλ' αυτά, πέρασε πολύς καιρός ώσπου να κάνουμε έρωτα, εκμεταλλευόμασταν όμως όλες τις ευκαιρίες για να επιδοθούμε σ' ασυνήθιστες πράξεις. Αυτό δε σημαίνει πως δεν είμασταν ντροπαλοί, κάθε άλλο μάλιστα, όμως κάτι ακατανίκητο μας έσπρωχνε και τους δυο να προκαλούμε ζευγαρωτά την αιδώ με τη μεγαλύτερη ξεδιαντροπιά. Έτσι, πριν καλά-καλά ολοκληρώσει αυτό που μου ζητούσε, δηλαδή να μη ξανατραβήξω ποτέ πια μόνος μου μαλακία, (είμασταν στη κορυφή ενός απότομου βράχου που κρεμότανε πάνω από τη θάλασσα), μου κατέβασε το πανταλόνι, με ξαπλωσε καταγής, μάζεψε ως απάνω τα φουστάνια της, κάθισε στη κοιλιά μου κι αποξεχάστηκε, ενώ εγώ βύθιζα στον κώλο της ένα μου δάχτυλο, που το 'χα προηγουμένως πασαλείψει με το νεαρό μου σπέρμα.
Έπειτα γύρισε και ξάπλωσε προς τα μπρος, με το κεφάλι κάτω από το πέος μου, ανάμεσα στα μπούτια μου και σηκώνοντας ψηλά τον κώλο, μετακίνησε το κορμί της προς εμένα που σήκωνα με τέτοιο τρόπο το κεφάλι, ώστε να το φέρω στο ίδιο ύψος με τον κώλο της, έτσι που τα γόνατά της ήρθανε και στηριχτήκανε στους ώμους μου.



-"Μπορείς να κατουρήσεις προς τα πάνω και να το φτάσεις στον κώλο μου;" με ρώτησε.

-"Μπορώ" απάντησα, "έτσι που κάθεσαι όμως, θα σου κατουρήσω το φουστάνι και το πρόσωπο".

-"Ε και;" μ' έκοψεν αυτή αποφασιστικά κι έκανα αυτό που μου 'πε. Δε πρόφτασα όμως να τελειώσω το κατούρημα κι ένα δεύτερο κύμα ξεχύθηκεν από μέσα μου και τη κατάβρεξε, τούτη τη φορά όμως ήταν όμορφο κάτασπρο σπέρμα.

Στο μεταξύ, η μυρωδιά της θάλασσας μπερδευότανε με τη μυρωδιά των μουσκεμένων εσωρρούχων, των γυμνών μας σωμάτων και του σπέρματος. Είχεν αρχίσει να βραδιάζει κι εμείς είμασταν πάντα σε κείνη την απίθανη στάση, χωρίς ν' ανησυχούμε ή να κουνιόμαστε, οπότε κάποια στιγμή ακούσαμε βήματα στα χόρτα.

-"Μη κουνιέσαι, σ' ικετεύω", μου 'πε η Σιμόν.

Τα βήματα είχαν σταματήσει, δε μπορούσαμε όμως να δούμε ποιος ερχόταν. Και των δυο μας οι ανάσες είχαν κοπεί. Έτσι τουρλωμένος όπως ήταν ο κώλος της, έμοιαζε πράγματι με πανίσχυρη ικεσία, τόσο τέλειος ήταν, με τους δυο στενούς κι αφράτους του γλουτούς, που τους χώριζε το βαθύ σχίσμα στη μέση και δεν είχα καμιά αμφιβολία πως είτε άντρας ήταν αυτός ο άγνωστος, είτε γυναίκα, γρήγορα θα υπέκυπτε στον πειρασμό και θ' αναγκαζόταν, βλέποντας αυτόν τον κώλο, να τραβήξει μιαν αβυσσαλέα μαλακία.
Τα βήματα όμως ξανακούστηκαν, πιο βιαστικά τώρα, σχεδόν σα τρέξιμο και ξαφνικά είδα να εμφανίζεται ένα υπέροχο ξανθό κορίτσι, η Μαρσέλ, απ' όλες μας τις φίλες ή πιο αγνή κι η πιο ευάλωτη. Εμείς οι δυο όμως ήμασταν πολύ σφιχτά μπλεγμένοι με τη φριχτή στάση που 'χαμε πάρει και δε μπορούσαμε να κουνήσουμε ούτε το μικρό μας δαχτυλάκι, οπότε ξαφνικά ή έρημη φίλη μας σωριάστηκε καταγής και ζάρωσε στα χόρτα κλαίγοντας με λυγμούς.

Τότε μόνο λύσαμε το εξωφρενικό μας αγκάλιασμα και ριχτήκαμε πάνω σ' ένα εγκαταλειμμένο σώμα. Η Σιμόν της σήκωσε τη φούστα, της έσχισε τη κυλότα και μου 'δειξε συνεπαρμένη, ένα καινούργιο κώλο, το ίδιο ωραίο, το ίδιο τέλειο με τον δικό της, που έπεσα κι άρχισα να τον φιλώ με λύσσα, ενώ συγχρόνως έτριβα τον κώλο της Σιμόν που τύλιξε τα μπούτια της γύρω από τη μέση της παράξενης Μαρσέλ, η οποία το μόνο πια που δεν έκρυβε ήταν οι λυγμοί της.

-"Μαρσέλ", της φώναξα, "σ' εξορκίζω, σταμάτα να κλαις. Θέλω να με φιλήσεις στο στόμα..."

Τα ωραία της ίσια μαλλιά της τα χάιδευε η Σιμόν δίνοντάς της παντού τρυφερά φιλιά.
Στο μεταξύ, ο καιρός είχε γυρίσει για τα καλά στη καταιγίδα και μαζί με τη νύχτα, άρχισαν να πέφτουν χοντρές σταγόνες, φέρνοντας χαλάρωση, μετά το πλάκωμα της αποπνικτικής ζέστης μιας ολάκερης μέρας που δε κουνιόταν φύλλο.
Η θάλασσα έκανε τώρα φοβέρο θόρυβο που τον σκέπαζαν τα μακρόσυρτα μπουμπουνητά του κεραυνού και με τις αστραπές μπορούσα κι έβλεπα ξαφνικά, σα να 'ταν μέρα μεσημέρι, τους δυο αυνανιζόμενους κώλους των κοριτσιών που δε βγάζανε πια λέξη. Τα τρία κορμιά μας τα υποδαύλιζε βάναυση φρενίτιδα.
Δυο νεαρά στόματα συναγωνίζονταν ποιο θα κάνει δικό του τον κώλο μου, τ' αρχίδια μου και τη ψωλή μου, εγώ όμως άνοιγα κι όλο άνοιγα, γυναικεία σκέλια υγρά από σάλια ή σπέρμα σα να 'θελα να ξεφύγω από το σφιχταγκάλιασμα ενός τέρατος, αλλ' αυτό το τέρας δεν ήταν άλλο από τη τρομαχτική βία των κινήσεών μου.
Τελικά, η ζεστή βροχή άρχισε να πέφτει καταρρακτωδώς κι έκανε τελείως μούσκεμα τα σώματά μας που δε κρύβανε πια τίποτα. Δυνατοί κεραυνοί μας συγκλόνιζαν και φούντωναν κάθε φορά και περισσότερο την αγανάχτησή μας, κάνοντας μας να βγάζουμε κραυγές λύσσας που επαναλαμβάνονταν με κάθε αστραπή, γιατί η καθεμιά έβγαζε στο φως τα γεννητικά μας όργανα.
Η Σιμόν είχε βρει μια γούβα με λάσπη και λάσπωνε το σώμα της πασαλείβοντάς το έξαλλη: μαλακιζόταν με το χώμα και τρανταζόταν από βίαιες συσπάσεις ηδονής καθώς τη μαστίγωνε η μπόρα, ενώ εγώ είχα το κεφάλι μου χωμένο σφιχτά ανάμεσα στα λασπωμένα μπούτια της κι αυτή το πρόσωπό της βουτηγμένο στα λασπόνερα, όπου πηγαινόφερνε μ' άγριες κινήσεις τον κώλο της Μαρσέλ την οποία είχε πλοκαμιάσει τυλίγοντας το ένα της μπράτσο γύρω από τη μέση της, ενώ με τ' άλλο χέρι είχε γαντζώσει τον γλουτό και τον τραβούσε και τον άνοιγε με δύναμη...


Εκδόσεις "ΑΓΡΑ" Μάρτης 1980
μετάφραση Δημ. Δημητριάδη

4/12/09

Ο Γυναικείος Οργασμός



Χιλιάδες λαμπρά αντρικά μυαλά έχουν αναλωθεί στο αιώνιο άλυτο αίνιγμα:
"Είχε οργασμό; Κι αν δεν είχε πως θα το καταλάβω εγώ; Και τελικά υπάρχει
οργασμός; Γιατί ως προς το αν υπάρχει θεός όλοι έχουμε τουλάχιστον μια
απάντηση".

Ιδού λοιπόν 34 αξιώματα για το γυναικείο οργασμό:

1. Ο πιο ασφαλής τρόπος για να 'χει μια γυναίκα οργασμό είναι κατ' αρχήν ν' αποφασίσει ότι θα 'χει.

2. Ο δεύτερος πιο ασφαλής τρόπος για να έχει μια γυναίκα οργασμό είναι ν' αποφασίσει να μη το σκέφτεται. Κανένας αγχωμένος κρεβατοσυμπαίχτης δε τελείωσε την ύπτια καριέρα του με το παρατσούκλι "καλάσνικοφ του
οργασμού".

3. Ο πιο διάτρητος τρόπος για να καταλάβει κανείς αν μια γυναίκα είχεν οργασμό είναι να τη βάλει να ορκιστεί. Διότι αν μεν πει "ναι" τότε θα ξυπνήσει μέσα όλη αυτή η φιλολογία του τύπου "μ' αγαπά και δε θέλει να με πικράνει", "κατά βάθος λέει ψέματα", "γιατί λέει το ναι λαχανιασμένα;" "γιατί δε μου λέει το ναι μ' ενθουσιασμό;". Αν πει "όχι" δε δικαιούσαι εξηγήσεις.

4. Ο πιο ασφαλής τρόπος να μάθετε την αλήθεια είναι να της ζητήσετε σ' ανύποπτο χρόνο ένα καφέ. Απροσδιόριστοι βιολογικοί λόγοι θα την οδηγήσουν προς το μπρίκι. Αν αρχίσει το "μπούρου-μπούρου" (στα γυναικεία σημαίνει "φτιάξτο μόνος σου") τότε το όραμα της "Ω ναι!" έχει απομακρυνθεί.

5. Μην πιστεύετε ποτέ τα γυναικεία περιοδικά.



6. Η κατ' ιδίαν προπόνηση βελτιώνει πάντα τις επιδόσεις. Αλλιώς φτάνεις κάπου όταν έχεις εξοικειωθεί με τη διαδρομή κι αλλιώς όταν πηγαίνεις ψάχνοντας. Αυτό δεν ισχύει μόνο για τους άντρες.

7. Όταν λέει ότι φτάνει σε οργασμό εννοεί ότι κάπου αλλού ήταν πριν. Κι αυτό δικαιολογημένα μας βάζει σε σκέψεις: "Δηλαδή από πού έρχεται; Και που 'μουν εγώ όταν αυτή ήταν εκεί; Διότι μόνη της αποκλείεται να ήταν. Κι αν δεν ήμουν εγώ εκεί σημαίνει ότι ήταν κάποιος άλλος!!!".

8. Μην κρατάτε στατιστικά. Αύριο είναι μια άλλη μέρα.

9. Όταν μια γυναίκα έχει οργασμό δε σημαίνει ότι νίκησες εσύ. Αυτή νίκησε. Και της αξίζουν συγχαρητήρια.

10. Απλά μαθηματικά: Μια γυναίκα όπως έχει αποδειχθεί χρειάζεται περίπου 8 λεπτά για να έρθει σε οργασμό. Αντίθετα ο άντρας χρειάζεται μόνο 2 με 3 λεπτά. Η εξίσωση αυτή μας οδηγεί αναπόφευκτα σε δυο συμπεράσματα:
Πρώτο, στο νοσηρό χιούμορ του Υψίστου και δεύτερο, στο ότι μια γυναίκα
χρειάζεται ή 4 άντρες των δυο λεπτών ή 3 των τριών λεπτών και να μείνουν
ρέστα 60 δευτερόλεπτα.

11. Όσοι πάλι δεν είμαστε ούτε ανθρωπολόγοι ούτε γυναικολόγοι απλώς
αναρωτιόμαστε ποιος μας κάνει τόση πλάκα με το θέμα "οργασμός". Για του
λόγου το αληθές ακόμα και οι άντρες-μέντιουμ έχουν τις ίδιες ανησυχίες κι απορίες για τις συντρόφους τους όπως κι όλος ο υπόλοιπος κόσμος.



12. Κατά βάθος όταν μια γυναίκα φτάνει σε οργασμό εσείς είστε απλώς το κοινό της.

13. Όταν αρχίζουν οι οδηγίες του στυλ "κόψ' το όλο δεξιά", "έλα όπως έρχεσαι", "δώσε λίγο προς τα έξω", "έτσι-έτσι-έτσι-έτσι" τότε απλά κλειστείτε στο δικό σας ορμονικό σύμπαν. Εκείνη δε πρόκειται να 'ρθει.

14. Ακόμα δεν έχει ανακαλυφθεί γιατί ο γυναικείος οργασμός δε γίνεται
εμφανής κι αδιαμφισβήτητος όπως ο αντρικός.

15. Αν η γλώσσα υποκαθιστούσε πλήρως το πέος θα 'πρεπε να 'τανε μακρύτερη.

16. Μη λέτε ποτέ "παρακαλώ". Το κρεβάτι δεν είναι χώρος δεξιώσεων. Αν οι
αβρότητες δεν είχαν πραγματική επίδραση πάνω τους, τότε οι φορτηγατζήδες, οι άγνωστοι βιαστές κι οι άλλες ανάλογες ομάδες πληθυσμού δε θ' αποτελούσαν δημοφιλή "πρώτη ύλη" στις φαντασιώσεις τους.

17. Οι πρωταγωνίστριες στις ταινίες πορνό δεν έχουν οργασμό. Ούτε η Μεγκ
Ράιαν στην ιστορική σκηνή του "Όταν Ο Χάρι Γνώρισε Τη Σάλι". Ούτε βέβαια
είναι συμπτωματικό ότι ο οργασμός που υποδύθηκε έμοιαζε απελπιστικά με
τους οργασμούς στις "Αφιονισμένες Παρθένες: Η Επιστροφή". Τα συγκεκριμένα
ερμηνευτικά κλισέ έχουν προκύψει άλλωστε από προπόνηση αιώνων.



18. Δε στέκει λογικά: Οι περισσότερες γυναίκες έχουν υποκριθεί κάποτε στη ζωή τους κι όλοι οι άντρες πιστεύουν ότι δεν έχουν υποκριθεί μ' αυτούς ειδικά.

19. Τα ουρλιαχτά δε τεκμηριώνουν τίποτα.

20. Αυτό που ξεπερνά ψυχολογικά ένα καλό οργασμό είν' ένας καλύτερος.

21. Οι ατέλειωτες συζητήσεις για το γυναικείο οργασμό είναι σχεδόν το μόνο πράγμα που επιβίωσε από τη δεκαετία του '70.

22. Ο δεύτερος οργασμός χρειάζεται ακριβώς μισό χρόνο για να επιτευχθεί σε σχέση με τον πρώτο. Ο τρίτος το 1/4 του χρόνου κ.ο.κ.

23. Ο χρόνος που διαρκεί ο γυναικείος οργασμός όταν προέρχεται απ' αυνανισμό είναι πολύ μικρότερος από το χρόνο που διαρκεί όταν προέρχεται από τη συνεργασία ανάμεσα σε δυο "συμπαίκτες".

24. Καμία εγκυκλοπαίδεια δεν γράφει τίποτα ξεκάθαρο γύρω από το θέμα του
γυναικείου οργασμού.

25. Κι άλλη μεταφυσική συνωμοσία: Όταν βρίσκονται στις γόνιμες μέρες φτάνουν σ' οργασμό πιο εύκολα και πιο γρήγορα!



26. 'Αλλο το "δεν έχω οργασμό" κι άλλο το "δεν έχω οργασμό μαζί σου". Το
"μαζί σου" μπορεί να οφείλεται και στο γεγονός ότι μια μικρή λεπτομέρεια πάνω σας "δε της πηγαίνει". Αυτή η μικρή λεπτομέρεια που "δε της πηγαίνει" μπορεί να 'ν' ακόμα και το σχήμα του αγκώνα σας. Πράγμα που αποδεικνύει αφενός ότι η θεϊκή φάρσα εις βάρος μας γύρω από το θέμα μπορεί να συνεχιστεί επ' άπειρον κι αφ' ετέρου ότι δεν υπάρχει τελικά λόγος να νιώθουμε ένοχοι.

27. Με εξαίρεση τις περιπτώσεις "κροκόδειλος-από-το-αλκοόλ" ο οργασμός με έναν καινούργιο "συμπαίκτη" έρχεται πάντα μετά τις δυο-τρεις πρώτες φορές. Εξαιρούνται τα one night stands.

28. Πράγμα που σημαίνει ότι εσείς μπορεί να μην το ξέρετε ότι είστε one night stands αλλά εκείνη πάλι το ξέρει. Ευχαριστούμε Πανάγαθε που τα 'κανες τόσο πολύπλοκα. Λες και δεν είχαμε άλλες δουλειές...

29. Η έρευνα του Κίνσεϊ απέδειξε ότι οι περισσότερες γυναίκες αυνανίζονται μπρούμυτα.

30. Η φράση "ποτέ δεν είχα οργασμό μαζί σου" είναι πολύ επώδυνη για τον
παραλήπτη.



31. Μέχρι ο παραλήπτης να αναρωτηθεί: "Τότε γιατί έμεινες;"

32. Η ερώτηση "τελείωσες" είναι χειρότερη από την ερώτηση "σου άρεσε;".

33. Γι' αυτό η ερώτηση "σου άρεσε;" είναι προτιμότερη από την ερώτηση
"τελείωσες;".

34. Στο κάτω-κάτω υπάρχει πάντα και το ανέκδοτο: Γιατί οι γυναίκες υποκρίνονται οργασμό; Διότι νομίζουν ότι μας νοιάζει!